Η μάχη για τα «φιλέτα» φέρνει ενεργειακή φτώχεια και «κυνηγητό» στο λαό | Πρωτη news sport


Κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση αντιμάχονται γύρω από το ποια εκδοχή «απελευθέρωσης» της αγοράς θα κυριαρχήσει

Η πολιτική κόντρα που κλιμακώνεται το τελευταίο διάστημα μεταξύ κυβέρνησης
και ΝΔ αναφορικά με τη ΔΕΗ, ως «ηχώ» της οξύτατης επιχειρηματικής κόντρας που μαίνεται στο παρασκήνιο για την απόκτηση των «φιλέτων» της εγχώριας αγοράς ηλεκτρισμού, δεν μπορεί να κρύψει ούτε το γεγονός της μεταξύ τους συμφωνίας στη στρατηγική της «απελευθέρωσης» ούτε το ότι τα «εναλλακτικά» σενάρια που προτείνουν στην κατεύθυνση αυτή σημαίνουν για το λαό ακόμα μεγαλύτερη ενεργειακή φτώχεια.



Αλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι η αντιπαράθεση αυτή γίνεται σε μια φάση όπου το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας συντάσσει τη λίστα των λιγνιτικών μονάδων παραγωγής της ΔΕΗ που θα βγουν στο «σφυρί» το αμέσως επόμενο διάστημα, στο πλαίσιο ολοκλήρωσης της δεύτερης «αξιολόγησης» και ως ένα ακόμα βήμα στην κατεύθυνση της «απελευθέρωσης».

Κι αν προσωρινά οι υδροηλεκτρικές και πλέον κερδοφόρες μονάδες απουσιάζουν από το τελικό πωλητήριο που θα συνταχθεί, οι περισσότερες πληροφορίες αναφέρουν ότι θα βρεθούν στο «πακέτο» που θα ιδιωτικοποιηθεί σε δεύτερη φάση, γεγονός που εμμέσως επιβεβαίωσε και ο πρόεδρος της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας κατά την προχτεσινή ομιλία του στη Βουλή.
Τσουχτεροί λογαριασμοί...

Πρόκειται για μια εξέλιξη η οποία θα επιδεινώσει περαιτέρω τους όρους πρόσβασης των εργαζόμενων λαϊκών στρωμάτων στο αγαθό της ηλεκτρικής ενέργειας, τα οποία ήδη βιώνουν τι σημαίνει «απελευθέρωση της αγοράς» καθώς τα τιμολόγια ηλεκτρισμού απορροφούν ολοένα και μεγαλύτερο μέρος των οικογενειακών προϋπολογισμών. Το προηγούμενο διάστημα άλλωστε κατέφθασαν στα νοικοκυριά οι τσουχτεροί εκκαθαριστικοί λογαριασμοί του περασμένου χειμώνα, όλων των παρόχων, με τους οποίους καλούνται να πληρώσουν τεράστιες χρεώσεις κι ενώ ετοιμάζονται και νέες αυξήσεις μέσα στο επόμενο δίμηνο.

Οπως έχει γίνει γνωστό, ήδη το αρμόδιο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας βρίσκονται σε αναζήτηση «φόρμουλας» για την ανάκτηση από τη ΔΕΗ των χρεώσεων «Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας» για τα έτη 2012 - 2015, τις οποίες η ίδια η επιχείρηση ανεβάζει στα 700 εκατ. ευρώ. Οι χρεώσεις αυτές αφορούν το κόστος του Κοινωνικού Οικιακού Τιμολογίου, το κόστος ηλεκτροδότησης των μη διασυνδεδεμένων νησιών - στα οποία λειτουργούν μονάδες ντίζελ με πολύ υψηλότερο κόστος - και άλλα κόστη που διαμοιράζονται στα τιμολόγια όλων των καταναλωτών ηλεκτρικού ρεύματος. Οι συγκεκριμένες χρεώσεις και ο κλιμακωτός τρόπος υπολογισμού τους από το ισχύον νομικό πλαίσιο, που έχει οριστεί από το 2012, συντέλεσαν και αυτές στους «φουσκωμένους» λογαριασμούς ρεύματος που έλαβαν πολλοί καταναλωτές το τελευταίο διάστημα.
...και προαναγγελία «επιδρομής»


Ακόμα πιο ενδεικτικά είναι τα όσα επέρχονται αναφορικά με τη διαχείριση των ληξιπρόθεσμων οφειλών.

Υπενθυμίζουμε ότι το διάστημα 2010 - 2014, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΡΑΕ, υπήρξε συνολική αύξηση των τιμολογίων ηλεκτρικού ρεύματος κατά 48,5%, ενώ οι φόροι που επιβάλλονται στην κατανάλωση ρεύματος για τα νοικοκυριά αυξήθηκαν κατά 147%. Αυτή είναι η βασική αιτία που εκτινάχθηκαν οι οφειλές προς τη ΔΕΗ τα προηγούμενα χρόνια, σε συνδυασμό φυσικά με τη συνολική αντιλαϊκή πολιτική που «βύθισε» τα εισοδήματα των εργαζομένων.

Οι συνολικές οφειλές προς τη ΔΕΗ φτάνουν τα 2,1 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 1,65 δισ. προέρχονται από τη χαμηλή και μέση τάση, ακόμη 340 εκατ. χρωστά η υψηλή τάση και άλλα 100 εκατ. ευρώ είναι τα χρέη του Δημοσίου προς την επιχείρηση. Πρέπει να σημειώσουμε ότι από το σύνολο των οφειλών χαμηλής και μέσης τάσης μόνο τα 700 εκατ. ευρώ έχουν υπαχθεί σε κάποιο πρόγραμμα διακανονισμού, λιγότερα από τα μισά δηλαδή χρέη αποπληρώνονται αυτήν τη στιγμή, με δεδομένο πάντα ότι ένα ποσοστό και αυτών είναι πιθανό να σταματήσει να καταβάλλεται από τους υπόχρεους κάποια στιγμή μέσα στο επόμενο διάστημα εξαιτίας της γενικής οικονομικής ένδειας των λαϊκών στρωμάτων.

Το «κυνηγητό» για την είσπραξη των οφειλών είναι δεδομένο. Το έχει άλλωστε ομολογήσει με κάθε... ειλικρίνεια ο πρόεδρος της επιχείρησης, Μ. Παναγιωτάκης, κατά τη διάρκεια ακρόασής του από τη Διαρκή Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής τον προηγούμενο Μάρτη, όπου υπογράμμισε πως «οι πολιτικές των διευκολύνσεων και το κοινωνικό πρόσωπο» της ΔΕΗ έχουν φτάσει «περίπου στα όριά τους». Εκεί ανακοίνωσε για πρώτη φορά επίσης την έναρξη συνεργασίας με διεθνή εταιρεία για την είσπραξη οφειλών, όπως επίσης τη μεταβίβασή τους σε διεθνή funds και τράπεζες, έχοντας προφανώς τη στήριξη της κυβέρνησης.

Κάτι ανάλογο έχει εξαγγείλει επίσης και η ΝΔ διά στόματος πρόεδρου της, ο οποίος κατά την παρουσίαση των επίσημων θέσεων του κόμματός του για τον τομέα της Ενέργειας, παράλληλα με ένα ευρύ και εκτεταμένο σχέδιο ιδιωτικοποιήσεων, είπε ότι θα υπάρξει «επανεξέταση της εκπτωτικής πολιτικής και αυστηρή διαχείριση των ληξιπρόθεσμων οφειλών» προς τη ΔΕΗ.

Με λίγα λόγια, το άγριο κυνηγητό προς τους οφειλέτες είναι ένα ακόμη σημείο που συμπίπτουν κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση που, αν τα «χαλάσουν» κάπου, ίσως να είναι για το ποια... funds θα αποκτήσουν δικαιώματα είσπραξης των ληξιπρόθεσμων οφειλών της επιχείρησης...
Ο λαός δεν πρέπει να επιλέξει εκδοχή της «απελευθέρωσης»

Εξάλλου, η συμφωνία των δύο, αλλά και των υπόλοιπων αστικών κομμάτων, σε ό,τι αφορά την υλοποίηση των πολιτικών που απορρέουν από την «Ενιαία Αγορά Ενέργειας» της ΕΕ, είναι δεδομένη κι όταν συγκρούονται αυτό οφείλεται είτε στους τρόπους «διαχείρισης» της «απελευθέρωσης» - με ό,τι αυτό σημαίνει σε επίπεδο επιχειρηματικών ομίλων - είτε σε λόγους συσχετισμών εντός του αστικού πολιτικού συστήματος.

Παρά τις «βαριές» κατηγορίες που εξαπολύονται το τελευταίο διάστημα μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, περί «χρεοκοπίας» και «κατάρρευσης» της επιχείρησης, τις απειλές για «λογοδοσία ενώπιον της Δικαιοσύνης» αλλά και τις καταγγελίες για «στημένους διαγωνισμούς» με σκοπό το «ξεπούλημα» της επιχείρησης, δεν μπορεί να κρυφτεί ότι αυτήν τη στρατηγική υπηρετούν όλες οι αστικές δυνάμεις. Χαρακτηριστική είναι, για παράδειγμα, η ομοιότητα των «δεσμεύσεων» των κατά τ' άλλα «αντίπαλων» στρατοπέδων, με τον Π. Σκουρλέτη να λέει πρόσφατα πως «έχουν συμβεί αλλαγές στην ευρωπαϊκή αγορά Ενέργειας, της οποίας είμαστε αναπόσπαστο μέλος», και την Ντ. Μπακογιάννη να συμπληρώνει πως «είναι ευρωπαϊκή υποχρέωση να γίνει η ιδιωτικοποίηση».

Η διασφάλιση της καπιταλιστικής κερδοφορίας, όπως ακριβώς προβλέπουν και οι κατευθύνσεις της ΕΕ, είναι το κοινό έδαφος που πατά και η κυβέρνηση και η αξιωματική αντιπολίτευση, παραλλαγές του οποίου οδηγούν στην περαιτέρω ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ, είτε μέσα από τις δημοπρασίες ηλεκτρικού ρεύματος είτε μέσω πώλησης λιγνιτικών και υδροηλεκτρικών μονάδων σε ιδιώτες είτε μέσα από την πώληση μεριδίου μετοχών σε «στρατηγικό επενδυτή» και ...πάει λέγοντας.

Σκοπός τους, ανάμεσα στα άλλα, είναι να σύρουν τις λαϊκές μάζες πίσω από τη μια ή την άλλη εκδοχή της «απελευθέρωσης» με τη λογική του «μικρότερου κακού». Πρόκειται για σχέδια που πρέπει να απορριφθούν εξολοκλήρου, αφού το μόνο που θα έχουν ως αποτέλεσμα θα είναι η αύξηση της ενεργειακής φτώχειας για ακόμη μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού, παράλληλα με ένταση της εξάρτησης της χώρας από τις εισαγωγές σε καύσιμα αλλά και ενίσχυση των κινδύνων γύρω από την εγχώρια ενεργειακή ασφάλεια.

Η Ελλάδα διαθέτει πηγές Ενέργειας που μπορούν να εξασφαλίζουν φτηνό και επαρκές ρεύμα για τις λαϊκές ανάγκες. Κάτι τέτοιο ωστόσο δεν μπορεί να επιτευχθεί στο πλαίσιο του σημερινού συστήματος, υπό συνθήκες κυριαρχίας των μονοπωλιακών ομίλων, όπου οι δυνατότητες αυτές «πνίγονται» για να διασφαλίζεται η καπιταλιστική κερδοφορία. Προϋπόθεση είναι η συγκρότηση ενός ενιαίου κρατικού φορέα Ενέργειας, σε συνθήκες όπου οι εργαζόμενοι θα έχουν στα χέρια τους τα κλειδιά της οικονομίας και τη δική τους εξουσία.
 
Top