ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΑΣ Καλούμε σε πάλη για την ανατροπή της πολιτικής που δένει την Επιστήμη στα συμφέροντα του κεφαλαίου (VIDEO) | Πρωτη news sport


«Καλούμε τους εργαζομένους στα ιδρύματα, τους πανεπιστημιακούς δασκάλους,
τους φοιτητές, τους νέους επιστήμονες, σε συμπόρευση, σε κοινή πάλη με στόχο την πλήρη ανατροπή της πολιτικής που δένει χειροπόδαρα την επιστήμη, τις σπουδές και τις προοπτικές των νέων ανθρώπων στα συμφέροντα του κεφαλαίου». Αυτό τόνισε ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας μιλώντας στην Ολομέλεια της Βουλής επί του νομοσχεδίου για την Ανώτατη Εκπαίδευση.


Δείτε το βίντεο

«Καλούμε τους εργαζομένους στα ιδρύματα, τους πανεπιστημιακούς δασκάλους, τους φοιτητές, τους νέους επιστήμονες, σε συμπόρευση, σε κοινή πάλη με στόχο την πλήρη ανατροπή της πολιτικής που δένει χειροπόδαρα την επιστήμη, τις σπουδές και τις προοπτικές των νέων ανθρώπων στα συμφέροντα του κεφαλαίου». Αυτό τόνισε ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας μιλώντας στην Ολομέλεια της Βουλής επί του νομοσχεδίου για την Ανώτατη Εκπαίδευση.
Αναφερόμενος στο πανηγύρι της κυβέρνησης για τη δοκιμαστική έξοδο στις αγορές, το χαρακτήρισε προκλητικό, αφού ο λαός είναι γονατισμένος και σημείωσε ότι δεν πρόκειται να καταργηθούν οι πάνω από 600 μνημονιακοί νόμοι, οι προνομοθετημένες περικοπές στις συντάξεις και η μείωση του αφορολόγητου ούτε τα ματωμένα πρωτογενή πλεονάσματα έως το 2060.
Σημείωσε πως ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ μοιάζουν σαν δύο σταγόνες νερό και όσο ταυτίζονται στα στρατηγικά ζητήματα τόσο θα αντιπαρατίθενται για τα επιμέρους, για τον «Ρουβίκωνα», τον Βαρουφάκη και το τι έγινε το 2015. Ανέφερε πως οι αποκαλύψεις Βαρουφάκη συντηρούν ένα βολικό καυγά μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ και πρόσθεσε πως αν αυτές οι αποκαλύψεις έχουν κάποιο ενδιαφέρον είναι για το άθλιο παιχνίδι που παίχτηκε στις πλάτες του λαού και πως κυρίαρχοι κύκλοι, όπως οι ΗΠΑ, αξιοποίησαν τον ΣΥΡΙΖΑ, τον Βαρουφάκη για να συνεχίσουν την πολιτική των μνημονίων ή για να επιβάλουν σχέδιο τύπου Σόιμπλε όπου πάλι θα ήταν χαμένος ο λαός και κερδισμένα τμήματα του κεφαλαίου.
Αναλυτικά η ομιλία:
«Είναι προφανές ότι και με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο η ανώτατη εκπαίδευση, η παιδεία συνολικότερα, υποτάσσεται στο στρατηγικό στόχο της κυβέρνησης και των άλλων αστικών κομμάτων, για την εξυπηρέτηση, με όλους τους τρόπους και όλα τα μέσα, των αναγκών του μεγάλου κεφαλαίου.
Άλλωστε έχετε αναγορεύσει σε υπέρτατο κριτή της πολιτικής σας, τις αγορές και τους οίκους αξιολόγησης, δηλαδή τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων.
Και παίρνετε σίγουρα πολύ καλό βαθμό, αφού αυτά τα 2μιση χρόνια, φορτώσατε στο λαό, δύο επιπλέον μνημόνια, δεκάδες αντιλαϊκούς νόμους, ματωμένα πλεονάσματα και δεσμεύσεις μέχρι το 2060.
Το ίδιο κάνατε και τις τελευταίες ημέρες, με αφορμή τη δοκιμαστική έξοδο στις αγορές και με το πανηγύρι που στήσατε, με την συνδρομή μάλιστα εκπροσώπων της ΕΕ κι άλλων διεθνών οργανισμών.
Ένα πανηγύρι προκλητικό απέναντι σε ένα λαό γονατισμένο και απέναντι σε ένα λαό που του λένε ότι πρέπει να συνεχίσει το ποδήλατο, για να χρησιμοποιήσω και μια φράση του κ. Μοσκοβισί.
Άρα, λοιπόν, το κρίσιμο ερώτημα που πρέπει να απαντήσει ο ελληνικός λαός είναι το εξής:
Με την επιστροφή στις αγορές και την κανονικότητα, όπως λέτε, θα καταργηθούν οι πάνω από 600 μνημονιακοί νόμοι, συν όσοι άλλοι έρθουνε στο πλαίσιο της τρίτης αξιολόγησης;
Θα παγώσουν τα μέτρα που έχει προνομοθετήσει η κυβέρνηση για το 2019 – 2020;
Αναφέρομαι και στη μείωση του αφορολόγητου και στις περικοπές στις συντάξεις που είναι μέτρα για την περίοδο που -κατά τον κ. Τσίπρα- θα είμαστε στην ανάπτυξη!
Μήπως δε θα ισχύσουν τα πρωτογενή ματωμένα πλεονάσματα μέχρι το 2060;
Ή η επιτροπεία, η οποία είναι υποχρεωτική για όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ, μέσω των ευρωπαϊκών εξαμήνων και των δημοσιονομικών συμφώνων;
Προφανώς και όχι. Όλα αυτά θα ισχύουν, γιατί όλα αυτά αποτελούν το προαπαιτούμενο της περιβόητης «εμπιστοσύνης των αγορών»!
Όσο για την επιδίωξή σας να πουλήσετε «κοινωνική ευαισθησία», αυτή όχι μόνο δεν πείθει κανέναν, όχι μόνο συντρίβεται κάτω από τη σκληρή πραγματικότητα που ζει και θα συνεχίσει να ζει ο λαός, αλλά είναι και μια απόδειξη της απεγνωσμένης προσπάθειας να διαφοροποιηθείτε από τις προηγούμενες κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, με τους οποίους μοιάζετε πλέον σαν δύο σταγόνες νερού.
Κι όσο περισσότερο μοιάζετε, όσο ταυτίζεστε στα κρίσιμα, στα στρατηγικά ζητήματα, τόσο περισσότερο η μεταξύ σας αντιπαράθεση θα είναι για τα επιμέρους, για τα της διαχείρισης. Για το Ρουβίκωνα, τον Βαρουφάκη, για τις εξεταστικές, για το τι έγινε το 2015 και πάει λέγοντας.
Και μια και το έφερε η κουβέντα και επειδή πολύς λόγος γίνεται τελευταία, το μόνο που κάνουν αυτές οι αποκαλύψεις και τα πολιτικά θρίλερ με τον κ. Βαρουφάκη, είναι να συντηρούν αυτόν τον αποπροσανατολιστικό δικομματικό καβγά.
Και είναι κι ένας καβγάς βολικός και για τη ΝΔ, για να υπενθυμίζει το παρελθόν του ΣΥΡΙΖΑ, σε μια περίοδο που ο ΣΥΡΙΖΑ έχει γίνει ο πιο καλός φίλος του κεφαλαίου και του συστήματος, των αγορών, και από την άλλη βολεύει τον ΣΥΡΙΖΑ για να ξαναζεσταίνει το παραμύθι της τάχα σκληρής του διαπραγμάτευσης και της μάχης που έδωσε!
Αν έχουν κάποιο ενδιαφέρον και αν δείχνουν κάτι αυτές οι αποκαλύψεις είναι το άθλιο παιχνίδι που παίχτηκε στις πλάτες του ελληνικού λαού, καθώς και το πώς κυρίαρχοι κύκλοι της ΕΕ, του συστήματος γενικότερα, άλλων κέντρων, όπως των ΗΠΑ, αξιοποίησαν και τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Βαρουφάκη και τον ψευδεπίγραφο ριζοσπαστισμό τους, για να συνεχίσουν την πολιτική των μνημονίων και των αντιλαϊκών μέτρων, που δεν πρόλαβαν να ολοκληρώσουν η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ.
Είτε από την άλλη για να εκβιάσουν και να επιβάλλουν σχέδια τύπου Σόιμπλε, εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη, όπου πάλι το μάρμαρο θα το πλήρωνε, με άλλο τρόπο, ο ελληνικός λαός και κερδισμένα θα ήταν πάλι τμήματα του κεφαλαίου. Γιατί φυσικά, είναι άλλο πράγμα ο λαός να επιλέξει την έξοδο από την ευρωζώνη και την ΕΕ, διεκδικώντας ταυτόχρονα να περάσουν στα χέρια του τα κλειδιά της οικονομίας και της εξουσίας κι είναι άλλο η «αποχώρηση» ως επιλογή τμημάτων του κεφαλαίου ή ισχυρών ιμπεριαλιστικών κέντρων.
Κατά συνέπεια ούτε το PLANB ούτε το PLAN Χ του κ. Βαρουφάκη για παράλληλο νόμισμα, ούτε η πολιτική που υλοποιεί σήμερα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, έχουν οποιοδήποτε στοιχείο φιλολαϊκότητας. Ενεργούμενα του συστήματος και των μονοπωλιακών ομίλων είναι όλοι αυτοί.
Γι’ αυτό ο λαός τους γυρίζει συνεχώς την πλάτη, όσο ξεσκεπάζονται με όλο αυτό το παιγνίδι που παίχτηκε, αλλά και συνεχίζει να παίζεται σε βάρος του.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές
Πολύ συζήτηση έχει γίνει τις τελευταίες ημέρες για το αν το νομοσχέδιο για την ανώτατη εκπαίδευση είναι «ιδεοληπτικό», «οπισθοδρομικό» ή αν «ακυρώνει τις μεταρρυθμίσεις» των προηγούμενων κυβερνήσεων.
Βέβαια, από τη δική του σκοπιά, έχει κι ένα δίκιο ο κ. υπουργός Παιδείας να διαμαρτύρεται όταν οι βουλευτές των υπόλοιπων αστικών κομμάτων χαρακτηρίζουν το συγκεκριμένο νομοσχέδιο «εμμονικό».
Η κυβέρνηση απλά αξιοποιεί την κριτική της ΝΔ, που επιζητά ακόμη πιο γρήγορη προσαρμογή στις ανάγκες της αγοράς, για να κρύψει ότι η έγνοια και της σημερινής κυβέρνησης είναι το πώς θα πάει ένα βήμα παραπέρα από τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Βαδίζοντας στον ίδιο δρόμο, στην ίδια στρατηγική, η οποία βλέπει την Ανώτατη Εκπαίδευση να παίζει σημαντικό ρόλο για την αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου.
Βέβαια, όσο κι αν ψάξαμε, δεν μπορέσαμε να βρούμε τίποτε σοβαρά καινούριο στο νομοσχέδιο.
- Μήπως είναι κάτι το καινούργιο η διάθεση ενίσχυσης της παρουσίας των επιχειρήσεων και των στελεχών τους στα ιδρύματα;
- Μήπως είναι καινούργια η προσπάθεια κατηγοριοποίησης σπουδών και αποφοίτων;
- Μήπως είναι καινούργια τα δίδακτρα στα μεταπτυχιακά;
- Μήπως είναι καινούργια η προσπάθεια να λειτουργήσει πιο αποτελεσματικά το «μαύρο κουτί» της επιχειρηματικής λειτουργίας των ιδρυμάτων που λέγεται ΕΛΚΕ;
Τίποτε από όλα αυτά, που προβλέπει το νομοσχέδιο, δεν είναι καινούργιο.
Πάμπολλες από τις προβλέψεις του νομοσχεδίου έχουν υπερψηφιστεί στο παρελθόν και από τους βουλευτές των άλλων κομμάτων, αφού περιλαμβάνονταν, κατά γράμμα ή έστω στο πνεύμα τους, και σε προηγούμενα νομοσχέδια επί ΠΑΣΟΚ και ΝΔ για την ανώτατη εκπαίδευση, όπως ήταν νόμοι Γιαννάκου, Διαμαντοπούλου, αλλά και σε μια σειρά άλλα μικρότερης ή μεγαλύτερης εμβέλειας νομοθετήματα.
Ας μην είστε άδικοι, λοιπόν.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ θα έχει να επιχαίρει ότι επί των ημερών της, επιχειρείται το μεγαλύτερο άνοιγμα των ΑΕΙ στην πολλά υποσχόμενη αγορά των ξενόγλωσσων τμημάτων, θεσμοθετούνται μονοετή, διετή προγράμματα σπουδών, δημιουργώντας πτυχία πολλών ταχυτήτων και για πρώτη φορά θεσμοθετείται η είσοδος των ΑΕΙ στο μεγάλο παζάρι της μεταλυκειακής εκπαίδευσης.
Είναι πρόδηλο από τα παραπάνω ότι η αντιπαράθεση μεταξύ των άλλων κομμάτων και για αυτό το νομοσχέδιο γίνεται μακριά από τις ανάγκες των φοιτητών, μακριά από τα πραγματικά λαϊκά συμφέροντα.
Άλλωστε, ούτε μια αράδα, στις 170 περίπου σελίδες του νομοσχεδίου, δεν αφορά στις ανάγκες των φοιτητών των λαϊκών οικογενειών που στενάζουν για να σπουδάσουν τα παιδιά τους, στους νέους επιστήμονες που βρίσκουν τις πόρτες των ιδρυμάτων και τις κάνουλες της δημόσιας χρηματοδότησης κλειστές, τους πανεπιστημιακούς δασκάλους που δε θέλουν να «ξεπουληθούν» στα επιχειρηματικά συμφέροντα.
Η ουσία είναι η εξής:
Σε αντίθεση με τα κηρύγματα περί «δημόσιας δωρεάν εκπαίδευσης» και «δημοκρατίας», πρόκειται για ένα νομοσχέδιο που δίνει πραγματικό άσυλο στην επιχειρηματική λειτουργία των ιδρυμάτων και επιδιώκει να δώσει σημαντικά οφέλη στις επιχειρήσεις.
Δεν το λέμε μόνο εμείς αυτό. Το τονίζει και το ίδιο το Υπουργείο στην «έκθεση συνεπειών» που συνοδεύει το νομοσχέδιο.
Αν, όμως, έχουν έτσι τα πράγματα, τότε τι έρχεται να λύσει αυτό το νομοσχέδιο;
Η απάντηση, κατά τη γνώμη μας, είναι σαφής:
Από τη μια επιδιώκει να διαμορφώσει ένα πλαίσιο που ευνοεί την πιο αποτελεσματική υποταγή της λειτουργίας των ιδρυμάτων στα προστάγματα και στις στοχεύσεις του κεφαλαίου και από την άλλη έρχεται να δώσει την ιδιαίτερη χροιά των προτεραιοτήτων που προωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ για την καπιταλιστική ανάπτυξη, την ένταξη των ιδρυμάτων σε αυτό το πλαίσιο.
Το γιατί, αναδεικνύεται από τις ίδιες τις διατάξεις του νομοσχεδίου.
Ίσως είναι η πρώτη φορά που σε ένα νομοσχέδιο για την ανώτατη εκπαίδευση προβλέπονται τόσες διαφορετικές περιπτώσεις διδάκτρων, τόσες διαφορετικές περιπτώσεις συνεργασίας των ιδρυμάτων με καπιταλιστικές επιχειρήσεις και στελέχη τους, γίνονται τόσες αναφορές σε εργαζόμενους χωρίς σταθερή δουλειά, χωρίς δικαιώματα.
Είναι η πρώτη ίσως φορά που σε ένα νομοσχέδιο για την ανώτατη εκπαίδευση αναφέρεται τόσες φορές -φόρα παρτίδα- ότι τα οικονομικά των πανεπιστημίων και της έρευνας γίνονται βορά στις «δημοσιονομικές δεσμεύσεις», την εξυπηρέτηση του χρέους, τα παλιά και νέα μνημόνια διαρκείας.
Με αυτά ως βάση, αξίζει να επανέλθουμε στη συζήτηση περί του τι θεωρεί κανείς «οπισθοδρομικό» και τι σύγχρονο.
Εμείς, βλέπουμε τι πλούτο μπορούν να παράγουν οι εργαζόμενοι, αξιοποιώντας τις δυνατότητες που προσφέρει η ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνικής, όσα δηλαδή φτιάχτηκαν από τα χέρια και τα μυαλά των προηγούμενων γενιών.
Βλέπουμε τις παραγωγικές δυνάμεις που σπαταλούνται αλόγιστα στον άναρχο ανταγωνισμό των κεφαλαιοκρατών, τις δυνατότητες που δεν γίνονται πραγματικότητα γιατί ο αδυσώπητος νόμος του κέρδους βάζει φρένο.
Βλέπουμε ότι οπισθοδρομικό δεν είναι να πιστεύεις ότι το μέλλον για την πλειοψηφία των σημερινών φοιτητών, δεν θα έπρεπε να είναι το πέρασμα από την ανεργία στην κακοπληρωμένη εργασία, μετά από μυριάδες κόπους και θυσίες των ίδιων και των οικογενειών τους, αλλά να πιστεύεις ότι το αναπτυξιακό πρόταγμα του ενός ή του άλλου κόμματος, οι προτεραιότητες της μιας ή της άλλης μερίδας του μεγάλου κεφαλαίου, χωρούν ρεαλιστικά τα όνειρά τους, τη ζωή τους έτσι όπως του αξίζει.
Κατά τη γνώμη μας οπισθοδρομική είναι η σημερινή πραγματικότητα, που όλα τα κόμματα, με τον ένα ή άλλο τρόπο υπερασπίζονται. Όπου η επιστήμη, με το σημερινό επίπεδο ανάπτυξής της, ασφυκτιά στα πλαίσια του σημερινού κοινωνικοοικονομικού συστήματος. Η ίδια η εξέλιξή της ωθεί στην ανάγκη κατάργησης των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής. Γιατί καθημερινά επιβεβαιώνει πως οι γνώσεις, τόσο στις φυσικές επιστήμες, όσο και στην τεχνολογία που τις εφαρμόζει, είναι αρκετές, ώστε να μπορούν να επιλυθούν όλα τα μεγάλα προβλήματα της κοινωνικής ζωής.
Ωστόσο, το κεφάλαιο, που αντιμετωπίζει την επιστήμη σαν άμεση πηγή για τον πλουτισμό του, τη διαιώνιση της κυριαρχίας του, δεν μπορεί παρά να την αιχμαλωτίζει.
Δεν μπορεί παρά να υποτιμά την επιστήμη και μαζί της να υποτιμά όλους εκείνους που την υπηρετούν, πρώτα απ' όλους τους επιστήμονες, τους πανεπιστημιακούς δασκάλους, τους ερευνητές, τους αυριανούς επιστήμονες, τους φοιτητές.
Επιπλέον, η επιστήμη, που χρησιμοποιείται για τον πόλεμο, για να αυξηθεί η ανεργία, η φτώχεια, η εκμετάλλευση, τελικά η αμάθεια, δεν μπορεί παρά να κατανοείται σαν δύναμη ξένη και εχθρική για τους εργαζόμενους.
Άρα, η βασικότερη προϋπόθεση, ώστε η επιστήμη να κατακτήσει το ρόλο που της αξίζει μέσα στην κοινωνία, είναι στη θέση της ενίσχυσης της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας των λίγων, που σήμερα υπηρετεί, να μπει η ανύψωση της υλικής και πνευματικής στάθμης του συνόλου του λαού μας και κριτήριο για την ανάπτυξή της, αντί για το κέρδος, να γίνει η γενική ευημερία.
Με λίγα λόγια, είναι η αντικατάσταση της σημερινής κοινωνικής πραγματικότητας από μια νέα πραγματικότητα κι αυτή είναι μόνο η σοσιαλιστική. 
Μόνο έτσι η επιστήμη θα μπορέσει να αποκαλύψει σε όλη τους την έκταση τις τεράστιες δυνατότητές της για τη βελτίωση της ανθρώπινης ζωής και να εκμεταλλευτεί στο έπακρο κάθε περιθώριο ανάπτυξης και εφαρμογής της.
Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και οι ορκισμένοι αντίπαλοι του σοσιαλισμού είναι αναγκασμένοι να αναγνωρίζουν το ανεβασμένο μορφωτικό επίπεδο των εργαζόμενων των πρώην σοσιαλιστικών χωρών και την υψηλή στάθμη των πανεπιστημίων τους.
Γιατί σε μια οικονομία, που κριτήριο οικονομικής ανάπτυξης δεν είναι η μεγιστοποίηση του κέρδους, αλλά η μεγιστοποίηση της κοινωνικής προόδου, δεν υπάρχουν ούτε επιστήμονες που πλεονάζουν, ούτε επιστήμες περιττές.
Υπάρχουν εκατοντάδες πράγματα, για τα οποία η συμβολή τους είναι πολύτιμη και απαραίτητη.
Αν επιδιώκουμε να βελτιώσουμε την υγεία του λαού μας, θα πρέπει να επανδρώσουμε με τις βασικές ειδικότητες όλα τα επαρχιακά κέντρα Υγείας, να εξασφαλίσουμε γιατρούς ακόμη και στο τελευταίο χωριό, να αναπτύξουμε την Προληπτική Ιατρική. Άρα χρειαζόμαστε κι άλλους γιατρούς, χρειαζόμαστε περισσότερους σχολιάτρους, γιατρούς εργασίας, μια σειρά από ειδικότητες, που η σημερινή καπιταλιστική ανάπτυξη περιθωριοποιεί, ενώ την ίδια στιγμή η αστική προπαγάνδα, η προπαγάνδα σας, μηρυκάζει ακατάπαυστα τα επιχειρήματα για τη δήθεν υπερπληθώρα τους, τη στιγμή που υπάρχουν τεράστιες ελλείψεις σε όλα τα νοσοκομεία, σε όλες τις δομές Υγείας.
Αν θέλουμε να θωρακίσουμε αντισεισμικά τη χώρα μας, χρειαζόμαστε έναν πολύ μεγαλύτερο αριθμό μηχανικών, που θα προσληφθούν για να αναλάβουν το έργο του ελέγχου, της ενίσχυσης όλων των κτιρίων τουλάχιστον μαζικής συνάθροισης όπως είναι τα εργοστάσια, οι μεγάλες επιχειρήσεις, τα σχολεία, οι αίθουσες ψυχαγωγίας της νεολαίας κλπ.
Αν θέλουμε σχεδιασμένα να μεταβάλουμε τις πόλεις - τέρατα, σε ανθρώπινες, χρειαζόμαστε περισσότερους ειδικούς στον τομέα της Χωροταξίας και της Πολεοδομίας.
Αν θέλουμε η εκπαίδευσή μας πραγματικά να μορφώνει και όχι να παραμορφώνει τους νέους ανθρώπους, οι εκπαιδευτικοί που υπήρχαν στην επετηρίδα δεν επαρκούν.
Αν θέλουμε να αξιοποιήσουμε τον ορυκτό πλούτο της χώρας μας, πρέπει να ιδρύσουμε και άλλες σχολές μεταλλειολόγων και όχι να συζητάμε την αλλαγή του αντικειμένου των σημερινών αποφοίτων τους. Θα πρέπει να προσλαμβάνουμε και όχι να απολύουμε εργαζόμενους, όπως στη ΛΑΡΚΟ ή αλλού.
Γενικότερα, αν επιδιώκουμε την αξιοποίηση όλων των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας μας, χρειαζόμαστε πληθώρα μορφωμένων τεχνικών, εργαζομένων, που θα αναλάβουν την ανάπτυξη και την εφαρμογή της τεχνολογίας στην παραγωγή.
Όσο για τις παραμελημένες κοινωνικές επιστήμες, να γίνουν επιτέλους γνήσια κοινωνικές και να αποκτήσουν πιο σημαντικό ρόλο, μέσα από τη συνεργασία τους με τις άλλες επιστήμες. Να εξασφαλίσουν έναν προοδευτικό κοινωνικό έλεγχο της συνολικής κοινωνικής δραστηριότητας.
Με λίγα λόγια, μόνο μέσα στη σχεδιασμένη, προγραμματισμένη με βάση τα λαϊκά συμφέροντα, οικονομία, η σημερινή πλαστή, μεταλλαγμένη εικόνα των κοινωνικών αναγκών, που ο καπιταλισμός καλλιεργεί με βάση τα συμφέροντά του, μπορεί να αποκτήσει τη σωστή της διάσταση. 
Και η χώρα μας διαθέτει όλες τις παραγωγικές δυνάμεις και πάνω απ' όλα τη βασικότερη, μια έμπειρη και με βελτιωμένο μορφωτικό επίπεδο εργατική τάξη, ένα πολυάριθμο και ικανότατο επιστημονικό δυναμικό.
Από τη σκοπιά αυτή, λοιπόν, γίνεται σαφές ότι η δική μας κριτική στέκεται σε διαφορετικά σημεία από αυτά που επιλέγουν να αναδείξουν άλλα κόμματα ως σημεία αντιπαράθεσης.
Μην περιμένετε, λοιπόν, τα καλέσματα περί «συναίνεσης» να βρουν αποδέκτες στο ΚΚΕ.
Εμείς όχι μόνο απορρίπτουμε και καταψηφίζουμε το νομοσχέδιο, αλλά -κυρίως- καλούμε τους εργαζομένους στα ιδρύματα, τους πανεπιστημιακούς δασκάλους, τους φοιτητές, τους νέους επιστήμονες, σε συμπόρευση, σε κοινή πάλη με στόχο την πλήρη ανατροπή της πολιτικής που δένει χειροπόδαρα την επιστήμη, τις σπουδές και τις προοπτικές των νέων ανθρώπων στα συμφέροντα του κεφαλαίου.»
 
Top